ἱμαντοπάροχος

From LSJ
Revision as of 10:55, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

θάνατος λοῖσθος ἰατρὸς νόσων → death is the last healer of sicknesses

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱμαντοπάροχος Medium diacritics: ἱμαντοπάροχος Low diacritics: ιμαντοπάροχος Capitals: ΙΜΑΝΤΟΠΑΡΟΧΟΣ
Transliteration A: himantopárochos Transliteration B: himantoparochos Transliteration C: imantoparochos Beta Code: i(mantopa/roxos

English (LSJ)

ὁ, purveyor of straps, etc., for the races, CIG2758 D6 (Aphrodisias).

Greek (Liddell-Scott)

ἱμαντοπάροχος: ὁ, ὁ παρέχων ἱμάντας διὰ τοὺς ἀγῶνας, Συλλ. Ἐπιγρ. 2758 ΙΙΙ D. 6.

Greek Monolingual

ἱμαντοπάροχος, ὁ (Α)
αυτός που παρέχει ιμάντες για τους αγώνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱμάς, -άντος + -παροχος (< παρέχω), πρβλ. ελαιοπάροχος, υδροπάροχος.