συκομουριά

From LSJ
Revision as of 19:33, 27 September 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")
Sophocles, Antigone, 883

Greek Monolingual

η / συκομορέα, ΝΜΑ, και συκομοραία Α
οπωροφόρο αειθαλές δέντρο της Αφρικής με φύλλα όμοια με τα φύλλα μουριάς και καρπό όμοιο με μικρό σύκο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συκόμορον + κατάλ. -έα (πρβλ. συκ-έα). Ο τ. συκο-μουριά με συνίζηση].