αὐετής
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
English (LSJ)
i. e. ἀ-ϝετής, ές, (ἀ- copul., ἔτος) = αὐτοετής, Hsch.
Spanish (DGE)
-ές del mismo año Hsch. • DMic.: au-u-te (??).
Greek (Liddell-Scott)
αὐετής: ὃ ἐ, ἀFετής, ές, (α ἀθροιστ. καὶ ἕτος) = αὐτοετής, Ἡσύχ.· ὡσαύτως ἀετής, «ἀετέα· τὰ τῷ αὐτῷ ἔτει γεννώμενα» ὁ αὐτ.
Greek Monolingual
ο (Α)
ο αετής.