Ἀργώ
διὸ καὶ μεταλάττουσι τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν αἱ δοκοῦσαι παρθένοι τῶν εἰδώλων → therefore those professing to be virgins of the idols even change the natural use into the unnatural (Origen, commentary on Romans 1:26)
English (LSJ)
Ἀργόος, contr. Ἀργοῦς, ἡ, (ἀργός, ἀργή, ἀργόν) A Argo, the ship in which Jason sailed to Colchis, the swift, first in Od.12.70:—Adj. Ἀργῷος, Ἀργῷα, Ἀργῷον, of the Argo, δόρυ, σκάφος, E.Andr.793 (lyr.), Med.477. 2 the constellation Argo, Eudox. ap. Hipparch.1.2.20, Arat.342, etc. 3 tree of whose timber the Argo was built, Hsch.
French (Bailly abrégé)
όος-οῦς ; όϊ-οῖ, ώ;
Argô (litt. le rapide), vaisseau des Argonautes.
Étymologie: ἀργός¹.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀργώ: -όος, συνηρ. -οῦς, ἡ, (ἀργός, ή, όν), ἡ Ἀργώ, ἤτοι τὸ πλοῖον ἐν ᾧ ὁ Ἲάσων ἔπλευσεν εἰς τὴν Κολχίδα, πρῶτον ἐν Ὀδ. Μ. 70: - Ἐπίθ. Ἀργῷος, α, ον, ἀνήκων εἰς τὴν Ἀργώ, δόρυ, σκάφος Εὐρ. Ἀνδρ. 794, Μήδ. 477. 2) ὁ ἀστερισμὸς τῆς Ἀργοῦς, Ἐρατοσθ. Καταστ. 35.
English (Autenrieth)
the Argo, ship of the Argonants, Od. 12.70†.
English (Slater)
Ἀργώ the ship of Jason and the Argonauts. Μήδειαν ναὶ σώτειραν Ἀργοῖ καὶ προπόλοις (O. 13.54) “θοᾶς Ἀργοῦς” (P. 4.25) ναὸς Ἀργοῦς (P. 4.185)
Greek Monotonic
Ἀργώ: -όος, συνηρ. -οῦς, ἡ (ἀργός = ταχύς), η Αργώ ή η Ταχεία, το πλοίο με το οποίο ο Ιάσωνας έπλευσε στην Κολχίδα, σε Ομήρ. Οδ.· επίθ. Ἀργῷος, -α, -ον, αυτός που ανήκει στην Αργώ, σε Ευρ.
Russian (Dvoretsky)
Ἀργώ: οῦς ἡ Арго, «Быстрая» (корабль аргонавтов) Hom., Pind., Eur.
Middle Liddell
ἀργός swift]
the Argo or swift, the ship in which Jason sailed to Colchis, Od.