προσδέκομαι
From LSJ
Θυμοῦ κρατῆσαι κἀπιθυμίας καλόν → Res pulchra et iram et cupiditatem vincere → Den Zorn zu bändigen und die Begier ist schön
English (LSJ)
Ionic for προσδέχομαι.
French (Bailly abrégé)
ion. c. προσδέχομαι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
προσδέκομαι zie προσδέχομαι.
Russian (Dvoretsky)
προσδέκομαι: ион. = προσδέχομαι.
Greek (Liddell-Scott)
προσδέκομαι: Ἰων. ἀντὶ προσδέχομαι, ὃ ἴδε.
Greek Monolingual
Α
ιων. τ. βλ. προσδέχομαι.