πρόπολις

From LSJ
Revision as of 15:40, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

δύστανοι καὶ πολύμοχθοι ματέρες Ἅιδᾳ τίκτουσαι τέκνα → wretched and much-enduring mothers, giving birth to children for Hades

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρόπολις Medium diacritics: πρόπολις Low diacritics: πρόπολις Capitals: ΠΡΟΠΟΛΙΣ
Transliteration A: própolis Transliteration B: propolis Transliteration C: propolis Beta Code: pro/polis

English (LSJ)

εως, ἡ, A = προάστιον, Cels. ap. Origenes Cels.4.81 (pl.). II bee-glue, Varro RR3.16.24, Dsc.2.84, PMag.Par.1.2379, Aët.15.14,15.

German (Pape)

[Seite 740] ἡ, vorderer od. erster Theil der Stadt, Vorstadt, – Im Bienenkorbe der Vorbau, das Bienenharz, vgl. Voß Firg. Georg. 4, 40 p. 742.

Russian (Dvoretsky)

πρόπολις: εως ἡ досл. предместье, перен. пчелиный клей Plin.

Greek (Liddell-Scott)

πρόπολις: -εως, ἡ, = προάστειον, «μέρη δὲ τῶν προπόλεων (ἔνθα νῦν: τῶν πρὸ πόλεως) καὶ τὰ κατὰ δήμους ἱερά, τελεστήρια», κτλ. Πολυδ. Θ΄, 15, Κέλσος παρ’ Ὠριγέν. 4, σελ. 217, 15, 54. ΙΙ. ἐν κυψέλῃ μελισσῶν, ἡ κολλώδης ὕλη, δι’ ἧς αἱ μέλισσαι ἐσωτερικῶς χρίουσι καὶ φράττουσι τὰς κυψέλας των, Διοσκ. 2. 106, Varro R. R. 3. 16, 26, Πλίν.· ἴδε Voss. εἰς Οὐεργ. Γεωργ. 4. 40.

Spanish

goma de abeja