ἀντεπινοέω
From LSJ
παραγραμμίζω τὰ τῶν θεῶν ὀνόματα → miswrite the gods' names
English (LSJ)
devise in turn, Ael.NA6.23, J.AJ10.8.1: c. inf., App.BC4.109.
Spanish (DGE)
idear, imaginar contra κοῖλα ὑποδήματα contra los escorpiones, Ael.NA 6.23, ἀντιμηχανήματα πρὸς πάντα τὰ παρ' ἐκείνων I.AI 10.132, c. inf. ἀποτεμέσθαι τὰ φρούρια τὸν Ἀντώνιον App.BC 4.109.
German (Pape)
[Seite 247] dagegen aussinnen, Ael. H. A. 6, 23; Ios.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
imaginer à son tour ou par contre.
Étymologie: ἀντί, ἐπινοέω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντεπινοέω: ἐπινοῶ καὶ ἐγὼ ἀφ’ ἑτέρου, Αἰλ. π. Ζ. 6. 23, Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰ. 10. 8, 1.