ἐκκεντρότης
From LSJ
Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge
English (LSJ)
ητος, ἡ, eccentricity, Eudem. ap. Theo Sm.p.201 H., Gem.1.39, Ptol.Alm.3.3, Iamb.VP6.31 (pl.), etc.
Spanish (DGE)
-ητος, ἡ
astr. excentricidad respecto al centro de la esfera celeste, Theo Sm.201, Gem.1.39, Ptol.Alm.3.3, Alex.Aphr. en Simp.in Cael.450.8, Iambl.VP 31, c. gen. ἡ ἐ. τοῦ κύκλου Procl.Hyp.7.25.
German (Pape)
[Seite 762] ητος, ἡ, Excentricität, Iambl. V. P. 6, 31.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκκεντρότης: -ητος, ἡ, ἡ τάσις πρὸς ἀπομάκρυνσιν ἀπὸ τοῦ κέντρου, τὸ εἶναι ἔξω τοῦ κέντρου, Ἰαμβλ. βίος Πυθ. 31.