ἀκεραιοφανής
From LSJ
ὁ γὰρ μανθάνων κιθαρίζειν κιθαρίζων μανθάνει κιθαρίζειν → he who is learning the harp, learns the harp by harping
ὁ γὰρ μανθάνων κιθαρίζειν κιθαρίζων μανθάνει κιθαρίζειν → he who is learning the harp, learns the harp by harping
Full diacritics: ἀκεραιοφανής | Medium diacritics: ἀκεραιοφανής | Low diacritics: ακεραιοφανής | Capitals: ΑΚΕΡΑΙΟΦΑΝΗΣ |
Transliteration A: akeraiophanḗs | Transliteration B: akeraiophanēs | Transliteration C: akeraiofanis | Beta Code: a)keraiofanh/s |
v. ἀκραιφνής.
-ές puro Sch.Th.1.52.
ἀκεραιοφανής: -ές, λέξις πλασθεῖσθα ὑπὸ τῶν γραμματικῶν πρὸς ἐτυμολογίαν τοῦ ἀκραιφνής.
bildeten die Gramm. zur Erkl. von ἀκραιφνής.