περίττωσις
From LSJ
Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
English (LSJ)
Attic for περίσσωσις.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
περίττωσις -εως, ἡ, Ion. περίσσωσις [περιττός] overvloed.
German (Pape)
att. = περίσσωσις.