ἀντασπάζομαι

Revision as of 12:20, 8 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=([\w\s'-]+), ([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1, $2.<br")

English (LSJ)

welcome, greet in turn, X.Cyr.1.3.3; return greeting, Hierocl.Facet.7; receive kindly, X.Cyr.5.5.42, Pl.Com.12D., Plu.Tim.38.

Spanish (DGE)

saludar a su vez, devolver el saludo αὐτόν X.Cyr.1.3.3, ἀντ' αὐτοῦ τοὺς προσαγορεύοντας Hierocl.Facet.7, αὐτήν Herm.Vis.4.2.2
abs. Plu.Tim.38, cj. en ZPE 7.1971.164a, A.Al.8.2.34
corresponder con muestras de afecto αὐτούς X.Cyr.5.5.42, cf. Pl.Com.12D.

German (Pape)

[Seite 245] dep. med., dagegen, gegenseitig umarmen, Xen. Cyr. 1, 3, 3; wieder gütig aufnehmen, 5, 5, 42; sich gegenseitig lieben, Sp.

French (Bailly abrégé)

embrasser à son tour, accueillir à son tour amicalement.
Étymologie: ἀντί, ἀσπάζομαι.

Russian (Dvoretsky)

ἀντασπάζομαι: обнимать в свою очередь; встречать с распростертыми объятьями, радушно принимать или приветствовать (τινα Xen.; τοὺς ἀσπασαμένους Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀντασπάζομαι: μέλλ. -άσομαι, ἀσπάζομαι καὶ ἐγώ, ἀνταποδίδω φιλοφροσύνην, Ξεν. Κύρ. 1. 3, 3: - περιποιοῦμαι φιλοφρόνως, ὁ αὐτ. 5. 5, 42: ἐντεῦθεν ἀντασπασμός, ὁ, ἀμοιβαῖος ἀσπασμός, χαιρετισμός, Θεόδ. Στουδ. σ. 572Ε.

Greek Monolingual

ἀντασπάζομαι (Α)
1. ανταποδίδω ασπασμό, χαιρετισμό
2. συμπεριφέρομαι με φιλοφροσύνη σε κάποιον.

Greek Monotonic

ἀντασπάζομαι: μέλ. -ασομαι, αποθ., καλωσορίζω ή χαιρετίζω ως ανταπόδοση, σε Ξεν.· αποδέχομαι ευγενικά, στον ίδ.

Middle Liddell


Dep. to welcome or greet in turn, Xen.; to receive kindly, Xen.