estudioso
From LSJ
Λυποῦντα λύπει, καὶ φιλοῦνθ' ὑπερφίλει → Illata mala repende; amantem magis ama → Den kränke, der dich kränkt, und liebe den, der liebt
Spanish > Greek
γραμματεύς, γραμματικός, κριτικός, λεσχηνώτης, ὁμιλητής, σχολαστικός, ὑπήκοος, φιλόλογος, φοιτητής, μελετηρός, φιλομαθής