Ἐξ ἡδονῆς γὰρ φύεται τὸ δυστυχεῖν → Nempe est voluptas mater infortunii → Denn aus der Lust erwächst des Unheils Missgeschick
ὀλβήεις, -εσσα, (Α)(ποιητ. τ.) όλβιος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄλβος + κατάλ. -ήεις (πρβλ. μοχθήεις)].