οιωνοσκόπος
From LSJ
καὶ νῦν ἀτεχνῶς ἐθέλω παρέχειν ὅ τι βούλει σοι, πλὴν κωλακρέτου γάλα πίνειν → and now I want to provide you with absolutely anything you want, except paymaster's milk to drink
Greek Monolingual
ο (ΑΜ οἰωνοσκόπος)
μάντης ο οποίος προφητεύει το μέλλον με την παρατήρηση και τη μελέτη τών οιωνών, αλλ. οιωνόμαντις, οιωνοπόλος ή οιωνιστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰωνός + -σκόπος (< σκοπός < σκέπτομαι), πρβλ. ορνιθοσκόπος].