φωνοληψία

From LSJ
Revision as of 12:18, 10 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ὃ γὰρ βούλεται, τοῦθ' ἕκαστος καὶ οἴεται → what he wishes to be true, each person also believes to be true | what he wishes, each person also believes

Source

Greek Monolingual

η, Ν
(φυσ.-τεχνολ.) σύνολο διεργασιών με τις οποίες επιτυγχάνεται η σύλληψη τών ήχων και η αποτύπωσή τους, παλαιότερα με μηχανικά, σήμερα με ηλεκτρακουστικά μέσα («η φωνοληψία του έργου είναι πολύ καλή»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωνή + -ληψία (< -λήπτης < λαμβάνω), πρβλ. ηχοληψία].