Ῥαδάμανθυς
Τἀληθὲς ἀνθρώποισιν οὐχ εὑρίσκεται → Non invenitur veritas ab hominibus → Die Menschen finden das, was wahr ist, nicht heraus
French (Bailly abrégé)
υος (ὁ) :
Rhadamanthe, juge des Enfers.
English (Autenrieth)
Rhadamanthys, son of Zeus and brother of Minos, a ruler in Elvsium, Il. 12.322, Od. 7.323, Od. 4.564.
English (Slater)
Ῥᾰδᾰμανθῠς judge in Hades. βουλαῖς ἐν ὀρθαῖσι Ῥαδαμάνθυος, ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον (O. 2.75) ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς εὖ πέπραγεν, ὅτι φρενῶν ἔλαχε καρπὸν ἀμώμητον (P. 2.73)
Russian (Dvoretsky)
Ῥᾰδάμανθυς: υος (δᾰ) ὁ Радамантий или Радамант (сын Зевса и Европы, царь Крита, ставший, вместе с Миносом и Эаком, судьей в подземном царстве) Hom., Pind., Plut. etc.
Frisk Etymological English
Grammatical information: m.
Meaning: King of Crete, one of the three judges of the netherworld (Il.).
Other forms: Aeol. Βραδάμανθυς (gramm.).
Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]
Etymology: Seen the -νθ-, Pre-Greek (after v. Wilamowitz Glaube 1,56 n. 3 Carian). Appellativ. meaning unknown. Since Kuhn KZ 4, 123 f. oftenconnected with ῥάδαμνος with variable interpretation of the final ('rod-bearer', scepter-bearer). Diff. v. Windekens Studia in hon. Dečev 81ff. (with ref. of earlier views, a.o. Kretschmer Glotta 15, 190; s. also 16, 192): Pelasgian.
Wikipedia EN
In Greek mythology, Rhadamanthus (/ˌrædəˈmænθəs/) or Rhadamanthys (Ancient Greek: Ῥαδάμανθυς) was a wise king of Crete. In later accounts he is said to be one of the judges of the dead. Rhadamanthus' name might mean 'rod diviner' derived from two Greek words mantis "soothsayer, seer" and rhabdos "rod, wand". It could also be etymologically related to Greek adámas "invincible, untamed", damázo "to overpower, to tame, to conquer."
Wikipedia FR
Dans la mythologie grecque, Rhadamante ou Rhadamanthe (en grec ancien Ῥαδάμανθυς / Rhadámanthus) est le fils de Zeus et d'Europe (la fille d’Agénor). Il est renommé pour sa vertu et sa justice.
Wikipedia ES
En la mitología griega, Radamantis o Radamanto (en griego antiguo Ῥαδάμανθυς, Rhadamanthys; en latín Rhadamanthus) era un hijo de Zeus y Europa y hermano de Sarpedón y Minos, rey de Creta. Fue criado por Asterión. Tuvo dos hijos: Gortis y Eritro.
Wikipedia IT
Radamanto (in greco antico: Ῥαδάμανθυς, Rhadámanthys) o Radamante, è un personaggio della mitologia greca. Fu un re dell'isola di Creta. È un semidio ed era adorato a Creta, nelle isole del mare Egeo ed in Beozia.
Wikipedia DE
Rhadamanthys (griechisch Ῥαδάμανθυς), kretischer Herrscher und später Richter in der Unterwelt, ist eine Gestalt der griechischen Mythologie. Er wurde auch auf den ägäischen Inseln und in Boiotien verehrt.
Wikipedia RU
Радама́нт, Радама́нф (др.-греч. Ῥαδάμανθυς) — в древнегреческой мифологии сын Зевса и Европы, брат Миноса и Сарпедона. Согласно поэту Кинефону, Радамант был сыном Гефеста, Гефест — Тала, а Тал был сыном Крета.
Wikipedia EL
Ο Ραδάμανθυς στην ελληνική μυθολογία ήταν ήρωας της Κρήτης, ένας από τους γιούς του Δία και της Ευρώπης, αδελφός του Μίνωα και του Σαρπηδόνα. Ο Ραδάμανθυς, όπως και τα αδέλφια του, ανατράφηκε από τον βασιλιά της Κρήτης Αστερίωνα, στον οποίο ο Δίας είχε εμπιστευθεί την Ευρώπη. Σύμφωνα με τοπική, περισσότερο, παράδοση, ο Ραδάμανθυς φημιζόταν για τη σοφία και για τη δίκαιη κρίση του. Σε αυτόν αποδιδόταν η σύνταξη του Κρητικού Κώδικα. Μετά τον θάνατό του λοιπόν, ο Πλούτωνας του ανέθεσε να δικάζει τους νεκρούς στον Άδη, μαζί με τον Μίνωα και τον Αιακό. Κατά μία εκδοχή, προς το τέλος του βίου του ο Ραδάμανθυς εξορίσθηκε, ίσως οικειοθελώς, από την Κρήτη, και πήγε στη Βοιωτία, όπου και πήρε ως σύζυγό του την Αλκμήνη, που είχε χηρεύσει. Κατά τον Όμηρο ο Ραδάμανθυς ταξίδεψε με πλοία των Φαιάκων στην Εύβοια αναζητώντας τον Γίγαντα Τιτυό. Ο Ραδάμανθυς φέρεται να είχε δύο παιδιά, τον Ερυθρό και τον Γόρτυ.
Frisk Etymology German
Ῥαδάμανθυς: {Rhadámanthus}
Forms: äol. Βραδάμανθυς (Gramm.)
Grammar: m.
Meaning: König von Kreta, einer der drei Richter der Unterwelt (seit Il.).
Etymology : Nach dem νθ-Element zu schließen, vorgriechisch (nach v. Wilamowitz Glaube 1,56 A. 3 karisch). Appellativische Bed. unbekannt, somit schon aus diesem Grunde sehr schwierig zu beurteilen. Seit Kuhn KZ 4, 123 f. oft mit ῥάδαμνος verbunden mit wechselnder Auffassung des Endstücks (’Gertenschwinger’, Szepterträger). Anders v. Windekens Studia in hon. Dečev 81ff. (mit Ref. früherer Ansichten, u.a. Kretschmer Glotta 15, 190; s. auch 16, 192) : pelasgisch, zu nhd. Wort, lat. verbum usw. (s. 2. εἴρω); eig. "auf das Wort bezüglich, mit dem Wort ausgerüstet" = Richter.
Page 2,637-638