ἐλαχίστου ἐδέησε διαφθεῖραι → narrowly missed destroying
η, Ν(ψυχολ.) η εικόνα που έχει κάθε άτομο για το σώμα του.[ΕΤΥΜΟΛ. < σώμα, σώματος + γνώση (πρβλ. αρχαιογνωσία)].