Ἀργώ
Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.
English (LSJ)
Ἀργόος, contr. Ἀργοῦς, ἡ, (ἀργός, ἀργή, ἀργόν)
A Argo, the ship in which Jason sailed to Colchis, the swift, first in Od.12.70:—Adj. Ἀργῷος, Ἀργῷα, Ἀργῷον, of the Argo, δόρυ, σκάφος, E.Andr.793 (lyr.), Med.477.
2 the constellation Argo, Eudox. ap. Hipparch.1.2.20, Arat.342, etc.
3 tree of whose timber the Argo was built, Hsch.
Spanish (DGE)
-οῦς, ἡ
Argo
I mit.
1 nave de los argonautas Od.12.70, Hes.Fr.241, Pi.O.13.54, P.4.25, A.Fr.20, Hdt.4.145, E.Med.1, A.R.1.4, etc.
2 hija de Pélope e Hipodamia Mantiss.Prou.2.94.
3 perro de Acteón, Hyg.Fab.181.
II astrol., constelación, Eudox.Fr.48, Arat.342.
French (Bailly abrégé)
όος-οῦς ; όϊ-οῖ, ώ;
Argô (litt. le rapide), vaisseau des Argonautes.
Étymologie: ἀργός¹.
Russian (Dvoretsky)
Ἀργώ: οῦς ἡ Арго, «Быстрая» (корабль аргонавтов) Hom., Pind., Eur.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀργώ: -όος, συνηρ. -οῦς, ἡ, (ἀργός, ή, όν), ἡ Ἀργώ, ἤτοι τὸ πλοῖον ἐν ᾧ ὁ Ἲάσων ἔπλευσεν εἰς τὴν Κολχίδα, πρῶτον ἐν Ὀδ. Μ. 70: - Ἐπίθ. Ἀργῷος, α, ον, ἀνήκων εἰς τὴν Ἀργώ, δόρυ, σκάφος Εὐρ. Ἀνδρ. 794, Μήδ. 477. 2) ὁ ἀστερισμὸς τῆς Ἀργοῦς, Ἐρατοσθ. Καταστ. 35.
English (Autenrieth)
the Argo, ship of the Argonants, Od. 12.70†.
English (Slater)
Ἀργώ the ship of Jason and the Argonauts. Μήδειαν ναὶ σώτειραν Ἀργοῖ καὶ προπόλοις (O. 13.54) “θοᾶς Ἀργοῦς” (P. 4.25) ναὸς Ἀργοῦς (P. 4.185)
Greek Monotonic
Ἀργώ: -όος, συνηρ. -οῦς, ἡ (ἀργός = ταχύς), η Αργώ ή η Ταχεία, το πλοίο με το οποίο ο Ιάσωνας έπλευσε στην Κολχίδα, σε Ομήρ. Οδ.· επίθ. Ἀργῷος, -α, -ον, αυτός που ανήκει στην Αργώ, σε Ευρ.
Middle Liddell
ἀργός swift]
the Argo or swift, the ship in which Jason sailed to Colchis, Od.