ἐνεπιδείκνυμαι

From LSJ
Revision as of 10:49, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐνεπιδείκνῠμαι Medium diacritics: ἐνεπιδείκνυμαι Low diacritics: ενεπιδείκνυμαι Capitals: ΕΝΕΠΙΔΕΙΚΝΥΜΑΙ
Transliteration A: enepideíknymai Transliteration B: enepideiknymai Transliteration C: enepideiknymai Beta Code: e)nepidei/knumai

English (LSJ)

Med.,
A display in, τὴν εὔνοιαν ἔν τισι Isoc.19.24; σύνεσιν πράγμασι Ph.1.398, cf. Plu.2.90e.
II abs., show off, make a display, Ph.2.28, Lib.Decl.16.28.

Spanish (DGE)

1 mostrar, manifestar, hacer gala de c. ac. de abstr. οἷς (πράγμασι) σύνεσιν καὶ εὐβουλίαν ἐνεπιδείξεται Ph.1.398, πραότητα ... ἐνεπιδείξασθαι ταῖς ἔχθραις Plu.2.90e, τὴν σοφίαν Eus.Hierocl.26.14.
2 exhibirse Thphr.Char.5.10
hacerse notar, quedar en evidencia ἵνα μὴ ... ἐνεπιδείκνυσθαι δοκῇ Ph.2.28, cf. Lib.Decl.16.28.

French (Bailly abrégé)

seul. Moy.
montrer dans, exposer dans, τινι.
Étymologie: ἐν, ἐπιδείκνυμαι.

Russian (Dvoretsky)

ἐνεπιδείκνῠμαι: проявлять, обнаруживать (πρᾳότητα ταῖς ἔχθραις Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐνεπιδείκνῠμαι: μέσ., ἐπιδεικνύω ἐν, πρᾳότητα... ἐνεπιδείξασθαι ταῖς ἔχθαραις Πλούτ. 2. 90Ε.

Greek Monolingual

ἐνεπιδείκνυμαι (Α)
παρουσιάζω, επιδεικνύω, φανερώνω.