φιλίατρος

From LSJ
Revision as of 11:05, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος → Christ is risen from the dead, trampling down death by death, and upon those in the tombs bestowing life

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῐλίᾱτρος Medium diacritics: φιλίατρος Low diacritics: φιλίατρος Capitals: ΦΙΛΙΑΤΡΟΣ
Transliteration A: philíatros Transliteration B: philiatros Transliteration C: filiatros Beta Code: fili/atros

English (LSJ)

φιλίατρον, friend of the art of medicine, A.D.Pron.12.10, Gal.6.269, 13.636, Ptol.Tetr.160. Adv. φιλιάτρως Apollon.Cit.1, cf. φιλοΐατρος.

German (Pape)

[Seite 1278] Freund, Liebhaber der Arzneikunst, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

φῐλίᾱτρος: -ον, φίλος τῆς ἰατρικῆς τέχνης ἢ ὁ ἀκούσας τὰ πρῶτα μόνον μαθήματα τῆς ἰατρικῆς, «τοῖς ἄλλοις ἅπασιν, οὓς ὀνόματι κοινῷ προσαγορεύουσιν ἔνιοι φιλιάτρους, ἐν τοῖς πρώτοις δηλονότι μαθήμασι γεγονότας» Γαλην. 6, σ. 262, 12.

Greek Monolingual

και φιλοΐατρος, -ον, Α
αυτός που αγαπά την ιατρική τέχνη.
επίρρ...
φιλιάτρως Α
με αγάπη για την ιατρική τέχνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + ἰατρός.