περίνοος

From LSJ
Revision as of 11:22, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίνοος Medium diacritics: περίνοος Low diacritics: περίνοος Capitals: ΠΕΡΙΝΟΟΣ
Transliteration A: perínoos Transliteration B: perinoos Transliteration C: perinoos Beta Code: peri/noos

English (LSJ)

περίνοον, contr. περίνους, περίνουν, (νοέω) very intelligent: Sup. περινούστατος S.E.M.7.326.

German (Pape)

[Seite 583] zsgzgn περίνους, umsichtig, klug, περινούστατοι S. Emp. adv. log. 1, 326.

Russian (Dvoretsky)

περίνοος: стяж. περίνους 2 (superl. περινούστατος) весьма осмотрительный, умный Sext.

Greek (Liddell-Scott)

περίνοος: -ον, συνῃρ. -νους, ουν, (νοέω) σφόδρα συνετός. Υπερθ. περινούστατος, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7. 326· ἲδε Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 144.

Greek Monolingual

-ον, Α
βλ. περίνους.