σεῖσις
From LSJ
ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα καὶ σκιὰ μόνον → human being is only a breath and a shadow, man is but a breath and a shadow
English (LSJ)
-εως, ἡ, (σείω) shaking, Aret.CA2.2; concussion of the spine, Gal.18(1).496, al.
German (Pape)
[Seite 869] ἡ, Erschütterung, Bewegung, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
σεῖσις: ἡ, (σείω) σείσιμον, «κούνημα», Ἀρετ. Ὀξ. Νούσ. Θεραπευτ. 2. 2· διάσεισις τῆς σπονδυλικῆς στήλης, Γαλην.