φρενοβλαβία
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
English (LSJ)
ἡ, poet. φρενοβλαβίη, for φρενοβλάβεια, Man.6.599.
German (Pape)
[Seite 1304] ἡ, poet. statt φρενοβλάβεια, Maneth. 6, 599.
Greek (Liddell-Scott)
φρενοβλᾰβία: ἡ, ποιητ. ἀντὶ φρενοβλάβεια, Μανέθ. 6. 599.
Greek Monolingual
ἡ, ΜΑ, και ποιητ. τ. φρενοβλαβίη Α
βλ. φρενοβλάβεια.