Ἐξ ἡδονῆς γὰρ φύεται τὸ δυστυχεῖν → Nempe est voluptas mater infortunii → Denn aus der Lust erwächst des Unheils Missgeschick
Full diacritics: φθορία | Medium diacritics: φθορία | Low diacritics: φθορία | Capitals: ΦΘΟΡΙΑ |
Transliteration A: phthoría | Transliteration B: phthoria | Transliteration C: fthoria | Beta Code: fqori/a |
ἡ, corruption, mischief, Hp.Jusj.
φθορία: ἡ, διαφθορά, βλάβη, κακὸς σκοπός, Ἱππ. Ὅρκ.
ἡ, Α
φθορά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φθορά (ή φθόρος) + κατάλ. -ία (πρβλ. ὀλεθρ-ία: ὄλεθρος)].