τὸ πολὺ τοῦ βίου ἐν δικαστηρίοις φεύγων τε καὶ διώκων κατατρίβομαι → waste the greater part of one's life in courts either as plaintiff or defendant
η (Α ξυστρίς, -ίδος)ξύστρα, στλεγγίδα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ξύστρα + κατάλ. -ίς, -ίδος (πρβλ. ημερίς)].