τημενίς
From LSJ
Ἐχθροῦ παρ' ἀνδρὸς οὐδέν ἐστι χρήσιμον → Inimicus homo nil umquam praestat utile → Von einem Feind kommt niemals etwas Nützliches
English (LSJ)
v. τήβεννος. τήμερα, τήμερον, v. τήμερον.
German (Pape)
[Seite 1108] ἡ, u. τήμενος, ἡ, s. unter τήβεννα.
Greek Monolingual
-ίδος, ἡ, Α
βλ. τηβεννίς.