ἁρματοτροφέω
Ἑκὼν σεαυτὸν τῇ Κλωθοῖ συνεπιδίδου παρέχων συννῆσαι οἷστισί ποτε πράγμασι βούλεται. Πᾶν ἐφήμερον, καὶ τὸ μνημονεῦον καὶ τὸ μνημονευόμενον → Be willing to give yourself up to Clotho, letting her spin to whatever ends she pleases. All is ephemeral—both memory and the object of memory (Marcus Aurelius 4.34f.)
English (LSJ)
keep chariot-horses, esp. for racing, X.Ages.9.6, D.L.4.17, Phld.Acad.Ind.p.47 M.
Spanish (DGE)
criar caballos de tiro para las carreras, X.Ages.9.6, Phld.Acad.Ind.47, D.L.4.17.
German (Pape)
[Seite 355] Wagenpferde halten, bes. zum Wettfahren, Xen. Ages. 9, 6 u. Sp.
French (Bailly abrégé)
ἁρματοτροφῶ :
entretenir une écurie de courses.
Étymologie: ἅρμα, τρέφω.
Russian (Dvoretsky)
ἁρμᾰτοτροφέω: держать или разводить упряжных (беговых) лошадей en., Diog. L.
Greek (Liddell-Scott)
ἁρματοτροφέω: διατηρῶ, τρέφω ἵππους πρὸς ἁρματηλασίαν, κυρίως δὲ πρὸς ἀγῶνας ἁρματοδρομίας, Ξεν. Ἀγησ. 9. 6, Διογ. Λ. 4. 17· πρβλ. ἅρμα 2.
Greek Monotonic
ἁρματοτροφέω: μέλ. -ήσω, τρέφω άλογα για αρματοδρομίες, σε Ξεν.