παγκρατιαστικός

From LSJ
Revision as of 19:20, 2 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (13_4)

ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου → but by the sublimity of thy divine commandments

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παγκρᾰτιαστικός Medium diacritics: παγκρατιαστικός Low diacritics: παγκρατιαστικός Capitals: ΠΑΓΚΡΑΤΙΑΣΤΙΚΟΣ
Transliteration A: pankratiastikós Transliteration B: pankratiastikos Transliteration C: pagkratiastikos Beta Code: pagkratiastiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A of or for the παγκράτιον, ἡ π. τέχνη Pl.Euthd. 272a. Adv. -κῶς Poll.3.150, Sch.Pi.N.3.27.    II skilled in the παγκράτιον, ὁ θλίβειν καὶ κατέχειν δυνάμενος, παλαιστικός· ὁ δ' ὦσαι τῇ πληγῇ, πυκτικός· ὁ δ' ἀμφοτέροις τούτοις, π. Arist.Rh.1361b26, cf. Gal. 6.158.

German (Pape)

[Seite 436] ή, όν, den Pankratiasten betreffend; τέχνη, Plat. Euthyd. 272 a; ὁ παγκρ., der sich auf den Kampf im Pankration versteht, nach Arist. rhet. 1, 5 ὁ θλίβειν καὶ κατέχειν (αλαιστικός) καὶ ὦσαι τῇ πληγῇ (πυκτικός) δυνάμενος. – Adv., Poll. 3, 150.