ἀνταποτίνω
From LSJ
Ἤθους δὲ βάσανός ἐστιν ἀνθρώποις χρόνος → Est moris explorator humani dies → Des menschlichen Charakters Wetzstein ist die Zeit
English (LSJ)
[ῑ],
A requite, repay, AP9.223 (Bianor), Orph.Fr.32d,<*>.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνταποτίνω: ἀνταποδίδωμι, Ἀνθ. Π. 9. 223: - ὡσαύτως ἀνταποτίννυμι ἢ -ύω, Βυζ.