παρασυγγραφέω
From LSJ
πείθεται πᾶς ἥδιον ἢ βιάζεται (Dio Cassius, Historiae Romanae 8.36.3) → it's always more pleasant to be persuaded than to be forced
English (LSJ)
A break contract with, τινα D.56.28 : abs., ib.34, PPetr.3p.161 (iii B.C.) ; τι PTeb.105.34 (ii B.C.), etc.
German (Pape)
[Seite 500] wider den Inhalt des Vertrages od. Contracts, συγγραφή handeln u. dadurch Einen betrügen, οὓς παρασυγγεγράφηκας, Dem. 56, 28. 34; von Poll. 8, 140 erwähnt.
Greek (Liddell-Scott)
παρασυγγρᾰφέω: ἀπατῶ διὰ παραβάσεως τῶν ὅρων τοῦ συμβολαίου, παραβαίνω τὸ μετά τινος συμβόλαιόν μου, τινα Δημ. 1291. 17., 1293. 7· - πᾰρασυγγρᾰφή, ἡ, παράβασις ἢ παραβίασις συμβολαίου, Papyr. Taur. παρὰ Peyron. 2. σ. 46.