ἀπάνθισμα

From LSJ
Revision as of 09:51, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_21)

σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν → it is hard for thee to kick against the pricks, it is hard for you to kick against the goads

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπάνθισμα Medium diacritics: ἀπάνθισμα Low diacritics: απάνθισμα Capitals: ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ
Transliteration A: apánthisma Transliteration B: apanthisma Transliteration C: apanthisma Beta Code: a)pa/nqisma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A inflorescence, τὸ ἀκρότατον τῆς ψυχῆς καὶ τὸ ἀ. Olymp.in Alc.p.226C.; flower plucked or culled, Eust.782.21; τὸ τερπνὸν τῆς πορφύρας ἀ., rhetorical description of the emperor Constant. Porphyrog., Gp.Prooem.11.

German (Pape)

[Seite 278] τό, abgepflückte Blume, Schol. Pind. oft.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπάνθισμα: τό, ἡ ἐκλογὴ τοῦ ἀρίστου, ὁ «ἀνθός», «ἔστι δὲ ἄωτον τὸ οἰωνεὶ ἀπάνθισμα καὶ κάλλιστον» Εὐστ. 782. 21· τὸ τερπνὸν τῆς πορφύρας ἀπ., ῥητορικὴ περιγραφὴ τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Πορφυρογεν. Γεωπ. Προοίμ. 11· ἐκλογὴ τεμαχίων ἐκ ποιητῶν ἢ πεζῶν συγγραφέων, «ἀπάνθισμα φυσικῶν τε καὶ φιλοσόφων δογμάτων τοῦ σοφωτάτου Συμεὼν» Μιχ. Ἀποστ. ἐν τῷ Μεδ. κώδικι τοῦ Ἁρποκρ. 58. 4: - ἀπανθισμός, ὁ, συλλογὴ ἀνθέων, Σχολ. εἰς Ἰλ. - ἐν Γαλην. 2. 808, σημαίνει ἢ γραμμὴν μόλις ὁρατήν, ἢ τριχοειδὲς ἀγγεῖον.