συγκατατάσσω

From LSJ
Revision as of 10:18, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_5)

ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. Καὶ ἔτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι (1 Corinthians 12:31) → But go ahead and strive for the greater gifts. And I'm about to show you a still more excellent way.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκατατάσσω Medium diacritics: συγκατατάσσω Low diacritics: συγκατατάσσω Capitals: ΣΥΓΚΑΤΑΤΑΣΣΩ
Transliteration A: synkatatássō Transliteration B: synkatatassō Transliteration C: sygkatatasso Beta Code: sugkatata/ssw

English (LSJ)

Att. συγκατατάττω,

   A arrange or draw up together, τινὰς εἰς τὴν φάλαγγα X.Cyr. 6.3.32: metaph., σ. τινὰ εἰς τὴν ἑαυτῶν φιλίαν Polyaen.5.2.22; take into account, τὴν πρώτην ἡμέραν . . Ph.1.692; classify with, Paul.Aeg. 2.11:—Pass., range oneself beside, μετὰ Ἀθηναίων IG22.237.12 (iv B.C.): metaph., to be arranged harmoniously, M.Ant.7.9.

German (Pape)

[Seite 966] att. -ττω, mit od. zugleich anordnen, Xen. Cyr. 6, 3, 32.

Greek (Liddell-Scott)

συγκατατάσσω: Ἀττικ. -ττω, κατατάσσω ὁμοῦ, συγχρόνως, τινὰς εἰς τὴν φάλαγγα Ξεν. Κύρ. 6. 3, 32· μεταφορ., σ. τινὰ εἰς τὴν ἑαυτοῦ φιλίαν Πολύαιν. 5, 2, 22. ― Παθ., κατατάσσομαι ἁρμονικῶς, Μᾶρκ. Ἀντων. 7. 9.