εὐάκεστος
From LSJ
Νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει → Iuvenem magis tacere quam fari decet → Dem jungen Mann steht Schweigen mehr als Reden an
English (LSJ)
[ᾰ], ον, (ἀκέομαι)
A easy to remedy, ἁμαρτάδες εὐακεστότεραι Hp.Acut.39.
German (Pape)
[Seite 1055] leicht zu heilen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
εὐάκεστος: ᾰ, ον, εὐίατος, ἁμαρτὰς εὐακεστοτέρη Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 350.