παραδηλόω
From LSJ
ἢ δεῖ σιωπᾶν ἢ λέγειν τὰ καίρια → you should either keep silence or make timely remarks (Menander)
English (LSJ)
A intimate, insinuate, hint at, D.19.22; ὡς . . Plu.Crass. 18, etc.:—Pass., Hp.Ep.12. 2 inform against, Plu.Alex.49.
German (Pape)
[Seite 476] nebenbei oder versteckt anzeigen, ὑπῃνίττετο καὶ παρεδήλου τὸν Ὠρωπόν, Dem. 19, 22; Plut. Alex. 49 u. öfter, u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
παραδηλόω: δηλῶ, φανερώνω ἐκ τοῦ πλαγίου, ἀναγγέλλω πλαγίως, ὑπαινίττομαι, Δημ. 384. 7, Πλουτ. Κράσσ. 18, κτλ. - Παθ., Ἱππ. 1275. 28. 2) κατηγορῶ ἐκ τοῦ πλαγίου, κρυφίως καταγγέλλω τινά, Πλουτ. Ἀλέξ. 49.