Full diacritics: ἐναμβλύνω | Medium diacritics: ἐναμβλύνω | Low diacritics: εναμβλύνω | Capitals: ΕΝΑΜΒΛΥΝΩ |
Transliteration A: enamblýnō | Transliteration B: enamblynō | Transliteration C: enamvlyno | Beta Code: e)namblu/nw |
A deaden or discourage besides, τοὺς συνάρχοντας Plu.Nic. 14.
[Seite 826] daran abstumpfen, καὶ τὴν ἀκμὴν διαφθεῖραι Plut. Nic. 14.
ἐναμβλύνω: καθιστῶ τι ἐσωτερικῶς ἀμβλύ, μεταφορ., ἀθυμίαν παρέχω, καθιστῶ τινα ἄτολμον, Πλουτ. Νικ. 14.