βιβλιαφόρος
From LSJ
Γλώσσης μάλιστα πανταχοῦ πειρῶ κρατεῖν → Linguae modum tenere praecipuum puta → Zumeist die Zunge such' zu zügeln überall | Zumeist bezäme deine Zunge überall
English (LSJ)
ον,
A letter-carrier, Plb.4.22.2, D.S.2.26: βυβλιοφόρος PHal.7.6 (iii B. C.).
German (Pape)
[Seite 444] ὁ, = βιβλιοφόρος, D. Sic. 2, 20.
Greek (Liddell-Scott)
βιβλιᾱφόρος: -ον, = βιβλιοφόρος, Πολύβ. 4. 22, 2.