σφραγιστήρ

From LSJ
Revision as of 11:16, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_12)

Πολλοὺς ὁ καιρὸς οὐκ ὄντας ποιεῖ φίλους → Occasione amicus fit, qui non fuit → Die rechte Zeit macht manchen, der's nicht ist, zum Freund

Menander, Monostichoi, 446
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφρᾱγιστήρ Medium diacritics: σφραγιστήρ Low diacritics: σφραγιστήρ Capitals: ΣΦΡΑΓΙΣΤΗΡ
Transliteration A: sphragistḗr Transliteration B: sphragistēr Transliteration C: sfragistir Beta Code: sfragisth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ,

   A sealer, i.e. sealring, signet, Nicom.Ar.1.23, D.L.7.50.

German (Pape)

[Seite 1052] ῆρος, ὁ, der Siegler, der Siegelring (?).

Greek (Liddell-Scott)

σφρᾱγιστήρ: ῆρος, ὁ, ὁ σφραγίζων, δηλ. δακτύλιος μετὰ σφραγιδολίθου, σφραγίς, Διοκλῆς παρὰ Διογ. Λ. 7. 50. - Ἐπίθ., σφρ. λίθος, ὁ λίθος δακτυλίου χρησιμεύοντος ὡς σφραγῖδος, Πλανούδ. Ὀβιδ. Μετ. 9. 565.