ἄμεινον γὰρ ἑαυτῷ φυλάττειν τὴν ἐλευθερίαν τοῦ ἑτέρων ἀφαιρεῖσθαι → for it is better to guard one's own freedom than to deprive another of his
Full diacritics: σπαραγμᾰτώδης | Medium diacritics: σπαραγματώδης | Low diacritics: σπαραγματώδης | Capitals: ΣΠΑΡΑΓΜΑΤΩΔΗΣ |
Transliteration A: sparagmatṓdēs | Transliteration B: sparagmatōdēs | Transliteration C: sparagmatodis | Beta Code: sparagmatw/dhs |
ες,
A convulsive, Plu.2.130d.
[Seite 916] ες, krampfhaft, -artig, κραυγή, Plut. de sanit. tuenda p. 392.
σπᾰραγμᾰτώδης: -ες, (εἶδος) σπασμώδης, ὁμοιάζων μὲ σπαραγμόν, κραυγὴ Πλούτ. 2. 130D.