σταδιεύς
From LSJ
σωφροσύνη τὸ περὶ τὰς γυναῖκας → temperance in relation to women
English (LSJ)
έως, ὁ,= σταδιοδρόμος, Plb.16.28.9, 38.14.1, AP9.557 (Antip.); παῖς σ., in the title of Pi.O.14, cf. Sch.Id.N.8.
German (Pape)
[Seite 926] ὁ, wie σταδιοδρόμος, der im Stadion Wettlaufende, auch ἵππος, das Rennpferd, in der Ueberschrift von Pind. Ol. 13. 14 P. 11 N. 8; Pol. 40, 1, 1; Lucill. 44 (XI, 163) u. sonst.
Greek (Liddell-Scott)
στᾰδιεύς: έως, ὁ, = σταδιοδρόμος, Πολύβ. 40. 1, 1, Ἀνθ. Π. 9. 557˙ παῖς στ., ἐν τῇ ἐπιγραφ. τοῦ Πινδ. ἐν Ο. 14, πρβλ. Ν. 8.