οὐχὶ σοῦσθ'; οὐκ ἐς κόρακας; οὐκ ἄπιτε; παῖε τῷ ξύλῳ → You will not go? The plague seize you! Will you not clear off? Hit them with your stick!
τᾰφήιος: -η, -ον, Ἐπικ. καὶ Ἰων. ἀντὶ ταφεῖος (ὅπερ ἄχρηστον), ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς ταφήν, ὁ χρησιμεύων εἰς τὴν ταφήν, τ. φάρος, σινδὼν δι’ ἧς ὁ νεκρὸς περιετυλίσσετο, «σάβανον», Ὀδ. Β. 99, Τ. 144, κλπ.