τιθηνητήρ
From LSJ
Τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις ἐπ' ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων οἳ παραδόξως ἀλαζονεύονται, μηδὲ τὰ κοινὰ τοῖς ἀνθρώποις ἐπιτελεῖν δυνάμενοι → One would use this fable for those who give themselves unreasonable airs, but can't handle everyday life (Aesop 40)
English (LSJ)
ῆρος, ὁ,
A = τιθηνός, AP7.241 (Antip. Sid.), APl.4.179 (Arch.):—fem. τῐθην-ήτειρα, = τιθήνη, AP9.19 (Id.), APl.4.296 (Antip.).
German (Pape)
[Seite 1113] ῆρος, ὁ, = τιθηνός, Archi. 13 (Plan. 179).
Greek (Liddell-Scott)
τῐθηνητήρ: ῆρος, ὁ, = τιθηνός, Ἀνθολ. Παλ. 7. 241, Πλαν. 179· - θηλ. τιθηνήτειρα = τιθήνη, Ἀνθολ. Π. 9. 19, Πλαν. 296· - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 195.