θεραπίς
From LSJ
τῶν λεγομένων τά μέν κατά συμπλοκήν λέγεται, τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς → forms of speech are either simple or composite (Aristotle, Categoriae 1a16-17)
English (LSJ)
ίδος, ἡ,
A paying court to, favouring, πόλις τοῦ ἥττονος θ. Pl.Mx.244e.
German (Pape)
[Seite 1200] ίδος, ἡ, die Dienerinn, dienend, τοῦ ἥττονος Plat. Menex. 244 e.
Greek (Liddell-Scott)
θερᾰπίς: -ίδος, ἡ, = θεραπαινίς, τοῦ ἥττονος θ., εὐνοοῦσα τὸ ἀσθενέστερον μέρος, Πλάτ. Μενεξ. 244Ε.