ζωγρίας
From LSJ
English (LSJ)
ου, ὁ,
A one taken alive, ζωγρίαν συλλαμβάνειν, ἑλεῖν τινα, Ctes.Fr.29.3,9, Zos.1.51; οὐ κατελίπομεν ζωγρίαν LXXDe.2.34; ζωγρίας ἐλήφθη D.S.25.10; ζωγρίας ἔλαβε δισχιλίους ibid.; ζωγρίαι ἑάλωσαν Memn.56.3.
Full diacritics: ζωγρίας | Medium diacritics: ζωγρίας | Low diacritics: ζωγρίας | Capitals: ΖΩΓΡΙΑΣ |
Transliteration A: zōgrías | Transliteration B: zōgrias | Transliteration C: zogrias | Beta Code: zwgri/as |
ου, ὁ,
A one taken alive, ζωγρίαν συλλαμβάνειν, ἑλεῖν τινα, Ctes.Fr.29.3,9, Zos.1.51; οὐ κατελίπομεν ζωγρίαν LXXDe.2.34; ζωγρίας ἐλήφθη D.S.25.10; ζωγρίας ἔλαβε δισχιλίους ibid.; ζωγρίαι ἑάλωσαν Memn.56.3.