θυμαίνω
From LSJ
Ἡ φύσις ἁπάντων τῶν διδαγμάτων κρατεῖ → Natura superat omne doctrinae genus → Natur ist überlegen jedem Unterricht
English (LSJ)
Ep.impf.
A θυμαίνεσκον A.R.3.1326: (θυμός):—to bewroth, angry, Hes.Sc.262, Ar.Nu.610; τινι at one, ib.1478, Eup.191.
German (Pape)
[Seite 1222] zürnen; ὄμμασι θυμήνασαι Hes. Sc. 262; τινί, auf Jemand, Ar. Nubb. 1478. Das med. bei Hesych. erkl. ὀργίζεται.
Greek (Liddell-Scott)
θῡμαίνω: μέλλ. -ᾰνῶ, (θυμὸς) ὀργίζομαι, θυμώνω, ὄμμασι θυμήνασαι Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 262, Ἀριστοφ. Νεφέλ. 609· τινί, ἐναντίον τινός, αὐτόθι 1478, Εὔπολ. ἐν Μαρ. 21.
French (Bailly abrégé)
être irrité, τινι contre qqn.
Étymologie: θυμός.