γραμματοδιδάσκαλος
From LSJ
ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself
English (LSJ)
ὁ,
A schoolmaster, SIG578.8 (Teos), Telesp.50 H., Phld. Acad.Ind.p.24 M., Plu.Alc.7, Porph.Plot.3,BGU1214.4; cf. γραμμοδιδασκαλίδης.
German (Pape)
[Seite 504] ὁ, = γραμματιστής, Plut. Alc. 7 u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
γραμμᾰτοδῐδάσκαλος: ὁ, διδάσκαλος, Τέλης παρὰ Στοβ. 535. 15·― γραμμοδιδασκαλίδης Τίμων παρ’ Ἀθην. 588Β· πρβλ. Λοβ. Φρύν. 669.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
maître d’école.
Étymologie: γράμμα, διδάσκαλος.