χλαινόω
From LSJ
Γαμεῖν δὲ μέλλων βλέψον εἰς τοὺς γείτονας → Quaeris maritus esse? Vicinos vide → Auf deine Nachbarn sieh, wenn du an Hochzeit denkst
English (LSJ)
A cover with a cloak, φάρεϊ AP9.293 (Phil.): generally, clothe, εἵμασι Nonn.D.1.373.
German (Pape)
[Seite 1358] mit einem Mantel bekleiden, bedecken, φάρεϊ Phil. Thess. 60 (IX, 293).
Greek (Liddell-Scott)
χλαινόω: μέλλ. ώσω, καλύπτω διὰ χλαίνης, ἐνδύω, καλύπτω, ἐχλαίνου φάρεϊ πορφυρέῳ Ἀνθ. Παλατ. 9. 293· εἵμασι μιμηλοῖσι νόθον χλαίνωσε νομῆα Νόνν. Διονυσ. 1. 373.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
revêtir d’un manteau ; revêtir en gén. de, τινι.
Étymologie: χλαῖνα.