μεμετιμένος
From LSJ
ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
Full diacritics: μεμετιμένος | Medium diacritics: μεμετιμένος | Low diacritics: μεμετιμένος | Capitals: ΜΕΜΕΤΙΜΕΝΟΣ |
Transliteration A: memetiménos | Transliteration B: memetimenos | Transliteration C: memetimenos | Beta Code: memetime/nos |
Ion. for μεθειμένος, pf. part. Pass. of μεθίημι (q.v.).
μεμετιμένος: Ἰων. ἀντὶ μεθειμένος, μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ μεθίημι, Ἡρόδ. 5, 108., 6, 1, κτλ.
part. pf. Pass. ion. de μεθίημι.