σεῖστρος
From LSJ
θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις → if God willed it, you could sail even on a straw mat | God willing, you may voyage on a mat
English (LSJ)
ὁ,
A yellow-rattle, Rhinanthus major, growing in the Scamander, Arist.Mir.846a34, cf. Ps.-Plu.Fluv.13.2 (οίστρ- codd.).
Greek (Liddell-Scott)
σεῖστρος: -ου, ὁ, φυτόν τι ὅμοιον ὀρόβω, καί φυόμενον παρὰ τὸν Σκάμανδον Ἀριστ. π. Θαυμασ. 160 (Βεκκῆρ. σίστρ.), πρβλ. Πλούτ. 2 1157Ε.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
sorte de plante.
Étymologie: DELG σείω.