Ἀτρεύς
From LSJ
Πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει → There are many wondrous things in this world, but none more wondrous than humans
French (Bailly abrégé)
έως (ὁ) :
Atrée, fils de Pélops et d’Hippodamie, frère de Thyeste, roi de Mycènes.
Étymologie: ἀ, τρέω.
English (Autenrieth)
έος: Atreus, son of Pelops and Hippodamīa, father of Agamemnon and Menelāus; his sceptre, Il. 2.105.
English (Slater)
Ἀτρεύς father of Agamemnon. τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες i. e.
1 σὺν Ἀτρείδαις (O. 13.58)
English (Slater)
Ἀτρεύς father of Agamemnon. τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες i. e.
1 σὺν Ἀτρείδαις (O. 13.58)