ἀποκρεμάζω
From LSJ
Λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος → Maeroris unica medicina oratio → für Menschen ist der Trauer Arzt allein das Wort
English (LSJ)
A = ἀποκρεμάννυμι, Suid. s.v. Ὑπέρβολον.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποκρεμάζω: ἀποκρεμάννυμι, μόνον παρὰ Σουΐδ. ἐν λέξει ὑπέρβολον.
Spanish (DGE)
colgar tr. βάρος ἀπὸ τῶν τραχήλων ἀπεκρέμαζον Sud.s.u. ὑπέρβολον.